- δεκασμοῦ
- δεκασμόςbriberymasc gen sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
δεκασμού γραφή — Η καταγγελία για δωροδοκία στην αρχαία Αθήνα, η οποία εκδικαζόταν στο δικαστήριο της Ηλιαίας.Η ποινή που προβλεπόταν ήταν ο θάνατος, συνήθως όμως στον δωροδέκτη επιβαλλόταν πρόστιμο δεκαπλάσιο του δώρου. Ο Αριστοτέλης αναφέρει πως, σύμφωνα με τον … Dictionary of Greek
δεκασμός — ο (AM δεκασμός) [δεκάζω] η δωροδοκία, κυρίως δικαστών ή μαρτύρων αρχ. φρ. «δεκασμού γραφή» κατηγορία η οποία στρέφεται κατά τών πολιτών που δωροδόκησαν άρχοντες τής πόλεως, δικαστές ή μάρτυρες … Dictionary of Greek
παρακέλευσις — εύσεως, ή Α [παρακελεύομαι] 1. προτροπή, ενθάρρυνση, εγκαρδίωση, παρακίνηση 2. παραίνεση, συμβουλή 3. φατριαστική συνεννόηση, συνδυασμός για εκλογές («ἐκ παρακελεύσεως ἤ καὶ δεκασμοῡ ἀποδεικνύωνται», Δίων Κάσσ) … Dictionary of Greek